Εξωγενείς και ενδογενείς πηγές εκτροχιασμού

Εξωγενείς και ενδογενείς πηγές εκτροχιασμού

2' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακόμα και οι πιο απαισιόδοξοι παρατηρητές της Ελλάδας δεν φαντάζονταν την ταχύτητα με την οποία θα επιδεινώνονταν οι οικονομικές συνθήκες στη χώρα μετά την περήφανη καθαρή έξοδο από τα μνημόνια. Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου έχει κατακρημνισθεί, από τις 742,96 μονάδες στις 29 Αυγούστου στις 626,82 χθες – χάνοντας σχεδόν το 1/6 της αξίας του σε ενάμιση μήνα. Την ίδια περίοδο, ο τραπεζικός δείκτης έχει βυθιστεί κατά 37%! Το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου έχει αναρριχηθεί το τελευταίο δεκαπενθήμερο από το 4,05% (κλείσιμο 26.9) στο 4,51% χθες. Η τελευταία φορά που έκλεισε κάτω από το 4% ήταν η 1η Αυγούστου.

«Οι χρηματιστηριακές εξελίξεις του τραπεζικού κλάδου τις προηγούμενες ημέρες δεν σχετίζονται με την υγεία των ελληνικών τραπεζών, αλλά με καθαρά εξωγενείς παράγοντες, όπως η άνοδος των επιτοκίων διεθνώς και ιδιαίτερα σε γειτονικές με την Ελλάδα χώρες». Με αυτή τη δήλωσή του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας επιχείρησε να καθησυχάσει τους επενδυτές και την κοινή γνώμη. Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές της εβδομάδας, το Μέγαρο Μαξίμου, μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου, είχε προσάψει στον κ. Στουρνάρα ύποπτη σιωπή στο ζήτημα του τραπεζικού κραχ, κατηγορώντας παράλληλα τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι «επενδύει σε σενάρια καταστροφής» και αποδίδοντας τις αναταράξεις στην Ελλάδα αποκλειστικά στην αναβίωση του ιταλικού προβλήματος.

Ο κ. Στουρνάρας, τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί υπεύθυνο περίπου για όλα τα δεινά της τρικυμιώδους θητείας του στην εξουσία, είχε αρκετό τακτ να μην αναφέρει στη δήλωσή του τους ενδογενείς παράγοντες που κατέστησαν τη χώρα, για μία ακόμη φορά, τον αδύναμο κρίκο σε μια περίοδο νευρικότητας στις αγορές. Δεν μίλησε, για παράδειγμα, για την επιμονή της κυβέρνησης να αγνοήσει τη συμβουλή του και να απορρίψει την προληπτική πιστωτική γραμμή, που θα θωράκιζε σε σημαντικό βαθμό τη χώρα. Ούτε για την πλειοδοσία παροχολογίας, που έχει δημιουργήσει την αίσθηση στις αγορές ότι η χώρα προτίθεται να καταργήσει πολλές από τις ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια.

Στο φόντο αυτής της πολιτικά υποκινούμενης απρονοησίας βρίσκονται τα διαρθρωτικά δεδομένα, τα οποία δεν μπορούν παρά να προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερο σκεπτικισμό. Σύμφωνα με την έκθεση για τη γήρανση της Ε.Ε. (2018 Ageing Report), ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων (το κλάσμα των ατόμων άνω των 65 ετών προς τον εργαζόμενο πληθυσμό, 15-64 ετών) το 2070 στην Ελλάδα θα είναι ο δεύτερος χειρότερος στην Ε.Ε. μετά την Πολωνία: από 33,4% που ήταν το 2016, θα προβλέπεται να ανέλθει στο 63,1%. Η προοπτική αυτή μάλιστα είναι πολύ πιο απειλητική για την Ελλάδα από ό,τι για την Πολωνία, καθώς το ελληνικό δημόσιο χρέος ξεπερνά το 180% του ΑΕΠ, ενώ το πολωνικό είναι μόλις 51%. Παράλληλα, το πολωνικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξάνεται με περίπου διπλάσιους ρυθμούς σε σύγκριση με το ελληνικό κατά την επόμενη πενταετία, και με υπερδιπλάσιους ρυθμούς μακροπρόθεσμα.

Φαντασθείτε ότι είστε ξένος επενδυτής, που τα γνωρίζει όλα αυτά, που βιώνει τη μεταβλητότητα των ημερών και που βλέπει δύο κόμματα εξουσίας τα οποία αδυνατούν να συνεννοηθούν για οτιδήποτε – πλην της αποτροπής της μείωσης στη συνταξιοδοτική δαπάνη. Θα βάζατε τα χρήματά σας στην Ελλάδα;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή