Ενας ακήρυκτος εμφύλιος

6' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Γ​​ια ορισμένα θέματα είναι προτιμότερο να αφήνει κανείς ένα χρονικό διάστημα να περάσει πριν τα σχολιάσει, ώστε να καταλαγιάσει η συναισθηματική φόρτιση που συνήθως τα συνοδεύει. Με ένα τέτοιο περιστατικό θέλω να σας απασχολήσω σήμερα, το οποίο παρά τη σοβαρότητά του, προτίμησα να το καθυστερήσω.

Αναφέρομαι στον απροσδόκητο θάνατο ενός νέου ανθρώπου, του δημοσιογράφου Βασίλη Μπεσκένη, ο οποίος τα ξημερώματα της Κυριακής 17 Δεκεμβρίου 2017, άφησε την τελευταία του πνοή στα 43 του χρόνια, λίγες ώρες μετά τη βάφτιση του παιδιού του. Θέλω να ξεκαθαρίσω από την αρχή ότι δεν γνώρισα ποτέ τον Βασίλη, αλλά όπως όλοι οι κανονικοί άνθρωποι ένιωσα τεράστια θλίψη για τον χαμό ενός νέου ανθρώπου και συμπόνια για τους ανθρώπους που αφήνει πίσω του. Δυστυχώς όμως, φαίνεται ότι η χώρα μας δεν κατοικείται από κανονικούς ανθρώπους. Το μίσος που εκδηλώθηκε μέσα από τα σχόλια σχετικά με τον θάνατο του δημοσιογράφου, είναι απίστευτο και αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα δυστυχώς δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά πρωτίστως θέματα ήθους, παιδείας και αξιών.

Ενα tweet του Αδωνη Γεωργιάδη αποκάλυψε και ξετύλιξε το κουβάρι του μίσους. Εγραψε: «Και όμως υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι μεταξύ μας … Τι ντροπή». Ακολουθώντας το link βρήκα σε ποιους ανθρώπους αναφερόταν ο Αδωνης. Πρόκειται για επώνυμη ανάρτηση από την κ. Αντωνία Μεταξά που γράφει κατά λέξη: «Δεν μπορώ να πω ότι λυπάμαι που πέθανε. Ξεγέλασε μια ολόκληρη χώρα με τα ψέματά του, ήταν υποχείριο της εγχώριας τρόικας και συνέβαλε και αυτός να αυτοκτονήσουν πολλοί Ελληνες. Καθάρισε η ζωή μας από ένα …Π…..ανθρωπο». Πληροφορήθηκα ότι η κ. Μεταξά ύστερα από την κατακραυγή που προκάλεσε, διέγραψε την ανάρτηση, φοβούμενη πιθανότατα την οργή των κανονικών ανθρώπων. Γράφτηκε ότι διαθέτει κοσμηματοπωλείο και ίσως να φοβήθηκε αντιδράσεις. Αλλη μια απόδειξη της θρασυδειλίας της.

Ο θάνατος ενός νέου ανθρώπου, ο οποίος μάλιστα αφήνει πίσω του ένα ορφανό παιδάκι 12 μηνών, προκαλεί πάντοτε λύπη και πόνο. Διερωτώμαι πόσο μίσος μπορεί να έχει στην ψυχή της η εν λόγω κυρία ώστε να δηλώνει δημόσια και γραπτά την ικανοποίησή της γιατί πέθανε ένα «υποχείριο της εγχώριας τρόικας που συνέβαλε να αυτοκτονήσουν πολλοί Ελληνες». Δυστυχώς, δεν ήταν μόνον αυτή η κυρία που δεν σεβάστηκε τον πόνο της οικογένειας, των φίλων και συνεργατών του Βασίλη. Την ακολούθησαν και πολλοί άλλοι, αναδεικνύοντας το ηθικό κατάντημα κυρίως νέων ανθρώπων, οι οποίοι βασισμένοι στην ανωνυμία που τους εξασφαλίζουν τα σύγχρονα μέσα, έχυσαν τόση χολή που είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι υπάρχει τέτοιο μίσος. Ηταν αναμενόμενο να υπάρξουν αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες εκδηλώθηκαν με όχι τόσο ευγενικό τρόπο. Δεν έχω κανένα σκοπό να επαναλάβω τα κατάπτυστα σχόλια, αλλά θέλω να αναδείξω το βαθύ σχίσμα και μίσος που έχει προκαλέσει η παρατεταμένη οικονομική κρίση και τα λεγόμενα μνημόνια. Ουσιαστικά ζούμε έναν ιδιότυπο ακήρυκτο εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος αποκλείεται να μας βγει σε καλό.

Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό; Μα φυσικά σχεδόν όλοι οι πολιτικοί μας, οι οποίοι έχουν καταφέρει να χωρίσουν τους Ελληνες σε Μνημονιακούς και Αντιμνημονιακούς. Αυτός ο διχασμός είναι η γενεσιουργός αιτία του μίσους που εκδηλώνεται με τον πλέον απαίσιο τρόπο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και στις δηλώσεις πολιτικών, καλλιτεχνών και άλλων. Ελάτε να θυμηθούμε τις πρόσφατες δηλώσεις δημοφιλούς αοιδού, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ θέλει να βγει στο βουνό για να συντρίψει τους εχθρούς της. Τι μας δήλωσε η κ. Μποφίλιου; «Μακάρι να υπήρχε ένας ηγέτης να τα παρατήσω όλα και να πάω μαζί του στο βουνό. Αλλά τώρα αισθάνομαι εντελώς παροπλισμένη».

Ετσι θα πολεμήσει τη «δικτατορία της Ευρώπης» και θα συμβάλει «στην επανάσταση που γίνεται από τον λαό». Δυστυχώς δεν μας πληροφόρησε τι είναι αυτό που την εμποδίζει να φύγει από τη «δικτατορία της Ευρώπης» και να πάει να ζήσει το όνειρό της στη Βενεζουέλα.

Από κοντά και η σύζυγος του Πρωθυπουργού μας, ένιωσε την ανάγκη να εκφράσει όλο της το μίσος σε μια συνέντευξη ποταμό που ξεσήκωσε θύελλες για το περιεχόμενό της. Και τι δεν είπε η πρώτη κυρία: Περί «τιμωρητικής φασιστικής μπότας» των «ισχυρών της Ευρώπης», περί «πραξικοπήματος», «εκβιασμών» και «δημοκρατίας» σε εισαγωγικά λες και δεν έχουμε δημοκρατία στη χώρα μας. Μας είπε ακόμα ότι κλαίει στην επέτειο του δημοψηφίσματος, για να συντηρήσει τον μύθο της αντιμνημονιακής που υπέκυψε στους εκβιασμούς των δανειστών, ξεχνώντας ότι εμείς πήγαμε εκλιπαρώντας τους δανειστές για βοήθεια.

Αυτό όμως που δημιούργησε τη μεγαλύτερη ανησυχία, είναι η ακραία επικίνδυνη άποψη ότι «ο Σύριζα πήρε την κυβέρνηση αλλά δεν πήρε την εξουσία», την οποία, μάλιστα, φαίνεται ότι συμμερίζεται και ο Πρωθυπουργός σύζυγός της. Ομολογώ ότι δεν περίμενα μια τόσο κυνική δήλωση προθέσεων. Στις δυτικές δημοκρατίες δεν έχουμε μια μόνο εξουσία την οποία να διαχειρίζεται ανεξέλεγκτα η εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά έχουμε περισσότερες εξουσίες με διακριτούς ρόλους. Οταν όμως η ίδια δηλώνει θαυμάστρια του Κάστρο, μάλλον έπρεπε να περιμένουμε ότι θα θέλει να αντιγράψει και την πολιτεία του. Ισόβιος δικτάτορας, ο οποίος στα βαθιά γεράματά του μεταβίβασε την απόλυτη εξουσία του στον αδελφούλη του, «ίνα πληρωθεί το ρηθέν»: «Πάει σόι το βασίλειο».

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο «μεγάλο σχίσμα»: Μνημονιακοί και Αντιμνημονιακοί. Ομολογώ ότι δεν γνωρίζω αν στις άλλες χώρες που πήραν βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση και υπέγραψαν τη σχετική δανειακή σύμβαση, η οποία αποκλήθηκε «Μνημόνιο», υπήρξε αυτός ο διχασμός. Πάντως σίγουρα δεν υπήρξε αυτή η οξεία διχοτόμηση η οποία τέμνει οριζόντια και κάθετα τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Αυτός ακριβώς είναι και ο κυριότερος λόγος που όλες οι άλλες χώρες ξεμπέρδεψαν με τα μνημόνια σχετικά γρήγορα, ενώ εμείς ακόμα παιδευόμαστε και αν συνεχίσουμε με τα ίδια μυαλά, πολύ πιθανόν να παιδευόμαστε ακόμα και μετά την επίσημη λήξη του τρίτου μνημονίου. Δυστυχώς, παρά τις επίσημες δηλώσεις του πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλου, ότι η κρίση έφερε τα μνημόνια και όχι το ανάποδο, υπάρχουν ακόμα σήμερα πολλοί πολιτικοί και μη που συντηρούν την παραπειστική εικόνα ότι μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει τα μνημόνια και τη λιτότητα που τα συνοδεύει.

Ευτυχώς, πρόσφατα βρέθηκε και ο κ. Χουλιαράκης (από τον κυβερνητικό χώρο) ο οποίος με παρρησία δήλωσε ότι χωρίς τα μνημόνια θα είχαμε χρεοκοπήσει. Παρ’ όλα αυτά η πεποίθηση ότι κακώς μπήκαμε στα μνημόνια είναι τόσο βαθιά ριζωμένη και έχει καλλιεργηθεί συστηματικά, που πολύ δύσκολα θα ξεπεραστεί. Γιατί όμως;

Η προσωπική μου άποψη βασίζεται στο γεγονός ότι από την αρχή της κρίσης το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας υποστήριξε ότι δεν χρειαζόμαστε το μνημόνιο και ότι υπήρχαν άλλες λύσεις (Ζάππειο Ι και Ζάππειο ΙΙ). Μόνο η Ντόρα είχε την πολιτική οξυδέρκεια να στηρίξει και να ψηφίσει το Πρώτο Μνημόνιο, και το πλήρωσε με τη διαγραφή της. Κανένας δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το τι θα συνέβαινε αν το 2010 τα δύο μεγάλα κόμματα συμφωνούσαν και υιοθετούσαν το πρώτο μνημόνιο. Αν κρίνουμε από τις άλλες χώρες όπου υπήρξε συνεννόηση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, μάλλον θα είχαμε και εμείς ξεμπερδέψει νωρίτερα.

Δυστυχώς, αυτός ο αρχικός διχασμός είχε και συνέχεια. Ο Σύριζα και οι Ανέλ ακολούθησαν τον αντιμνημονιακό δρόμο που χάραξε η Ν.Δ. και έτσι κατόρθωσαν να «πάρουν την κυβέρνηση». Αυτοί με τη σειρά τους υπέγραψαν το Τρίτο και φαρμακερό Μνημόνιο. Η μόνη ελπίδα που μας απομένει είναι να καταλάβουν οι ψηφοφόροι ότι η κρίση έφερε τα μνημόνια και τη λιτότητα που πρέπει να βιώσουμε, για να έχουν κάποιο καλύτερο μέλλον τα παιδιά μας.

Επιτέλους, να λήξει αυτός ο ακήρυκτος εμφύλιος πόλεμος που μας καταστρέφει σαν έθνος.

* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή