Αποψη: Ολα είναι θέμα Παιδείας

Αποψη: Ολα είναι θέμα Παιδείας

3' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο​​ι περισσότεροι υπουργοί Παιδείας μετά το ’74 επεδίωξαν να αναδείξουν το μεταρρυθμιστικό προφίλ τους προτάσσοντας δύο ζητήματα: τις εισαγωγικές εξετάσεις και τον νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ. Διέλαθε την προσοχή τους το γεγονός ότι η εκπαίδευση ξεκινά από την προσχολική αγωγή, που παραλόγως δεν εποπτεύει το υπουργείο Παιδείας, και συνεχίζεται διά βίου.

Ελάχιστοι ασχολήθηκαν με ζητήματα της εκπαιδευτικής καθημερινότητας που, όταν δεν επιλύονται εγκαίρως, απειλούν να διαλύσουν πλήρως την εκπαιδευτική διαδικασία. Πόσο σημασία έχει για τους μαθητές ενός ακριτικού σχολείου ο μεταρρυθμιστικός οίστρος της κυβέρνησης, όταν το σχολείο τους δεν διαθέτει δάσκαλο, δεν θερμαίνεται ή λαμβάνουν τα βιβλία με καθυστέρηση, αναγκάζοντας την οικογένεια να μεταναστεύσει στην ανεργία των αστικών κέντρων, απογυμνώνοντας δημογραφικά την ακριτική περιφέρεια και επιβαρύνοντας αλόγιστα τον κρατικό προϋπολογισμό;

Το υπουργείο επιστρέφει σ’ αυτή την ξεπερασμένη λογική, εγκλωβισμένο στην ιδεοληψία του αριστερού παρελθόντος. Αγνοεί την εκπαιδευτική καθημερινότητα, κλονίζοντας τον θεσμό των Πανελλαδικών Εξετάσεων που είναι ίσως ο μόνος που τις τελευταίες δεκαετίες δεν αμφισβητήθηκε για την αντικειμενικότητά του, χωρίς όμως να προσφέρει μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση.

Φλερτάρει λαϊκίστικα με τους «δεκαεφτάχρονους ψηφοφόρους» παίζοντας με το άγχος τους για εξετάσεις, σπουδές, επάγγελμα. Αγνοεί πλήρως τα σύγχρονα τεστ αυτογνωσίας, τον σχολικό επαγγελματικό προσανατολισμό που θα συνδέσει τον αριθμό των εισακτέων με τα επαγγέλματα του μέλλοντος στην αγορά εργασίας και όχι με τη «μοδάτη» σχολή ή την πόλη της φοιτητικής ζωής. Είναι απαράδεκτο σε τομείς που κινούν την ελληνική οικονομία να απουσιάζουν σχολές, π.χ. τουρισμός, ενώ σε άλλους άσχετους να φυτρώνουν σαν μανιτάρια δημιουργώντας κορεσμό στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα χρηματοδοτεί τη στελέχωση ξένων αγορών π.χ. στέλνει γιατρούς στη Γερμανία, ενώ τροφοδοτεί με πληθωριστικές ειδικότητες την τοπική αγορά, γιγαντώνοντας την εσωτερική ανεργία. Αλλωστε φοιτητές και ξενιτεμένοι δεν προσμετρούνται στους ανέργους κι αυτό βολεύει για να εμφανίζουν κάμψη στους δείκτες της ανεργίας των νέων (sic).

Το θλιβερό τοπίο συμπληρώνεται με τον μαρασμό του δημοσίου πανεπιστημίου και τη δίωξη του ιδιωτικού. Ασυλο ανομίας, διοίκηση χωρίς αξιολόγηση, ακρωτηριασμός της διασύνδεσης με αγορά εργασίας και πραγματική οικονομία, απαγόρευση κάθε προσπάθειας εξωστρέφειας με κατάργηση διεθνών μεταπτυχιακών και περιορισμός των αντίστοιχων ελληνικών προγραμμάτων, ουσιαστικά, επαναφέρουν στο ζοφερό παρελθόν τα ΑΕΙ υπονομεύοντας κάθε προηγούμενη προσπάθεια. Αλλωστε για την Αριστερά το δημόσιο πανεπιστήμιο ήταν πάντα «εκτροφείο» στελεχών και «κέντρο στρατολόγησης ψηφοφόρων», όπου οι αντιλήψεις διαμορφώνονταν από δεδομένα ξεπερασμένα καλούπια.

Κατά την αντίληψη της κυβέρνησης, το εξωστρεφές δημόσιο πανεπιστήμιο, το ανοικτό ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή ένα υπερβατικό μοντέλο μεικτού πανεπιστημίου, όπου ιδιωτικοοικονομικού τύπου management θα διαχειρίζεται ανοικτά το ανθρώπινο δυναμικό και αναπτυξιακά την υποδομή του δημόσιου πανεπιστημίου, τρομάζουν. Απειλούν την ιδεοληψία και τον ασφυκτικό κομματικό έλεγχο. Χάνεται η μήτρα αναπαραγωγής στελεχών και αντιλήψεων.

Με αυτή τη νοοτροπία όμως του ΣΥΡΙΖΑ, χάνει και η Ελλάδα τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την Παιδεία ως συγκριτικό πλεονέκτημα και την ευκαιρία να μετεξελιχθεί σε διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, δημιουργώντας μια νέα πηγή για το ΑΕΠ και χτίζοντας παράλληλα ένα νέο, απίστευτο, διεθνές δίκτυο φιλελληνισμού.

Παρ’ όλα αυτά, το χειρότερο δεν είναι η διάλυση της εκπαίδευσης που προκαλεί η κυβερνητική πολιτική, αλλά η αποδόμηση της Παιδείας. Η κυβέρνηση επιδιώκει μεθοδικά να ξεριζώσει από τις νεανικές ψυχές αξίες που συνιστούν την εθνικοπολιτιστική μας ταυτότητα σε μια ιστορική συγκυρία που ο ελληνισμός τις χρειάζεται, για να αντέξει τον αποχρωματισμό, την ισοπέδωση και την επιθετικότητα μιας άναρχης, απρόβλεπτης παγκοσμιοποίησης.

Αλλα κράτη κατασκευάζουν ταυτότητα για να χτίσουν συνειδήσεις κι εμείς που τη διαθέτουμε διαχρονική, διεθνώς καταξιωμένη, την καταστρέφουμε, για να ικανοποιήσουν κάποιοι τα ιστορικά τους απωθημένα.

Ο κληρωτός σημαιοφόρος στη θέση του άριστου μαθητή, η Θρησκειολογία στη θέση των Θρησκευτικών, η προσβολή της σημαίας ως εθνικού συμβόλου για το οποίο γενιές Ελλήνων έδωσαν τη ζωή τους, η κατάργηση των πρότυπων σχολείων που συμβολίζουν την ισότητα ευκαιριών και την κοινωνική κινητικότητα, η αλλοίωση της Ιστορίας («Ρεπουσιάδα») και η αδυναμία της κυβέρνησης να διαχωρίσει τον υγιή πατριωτισμό από τον άρρωστο εθνικισμό των άκρων αναδεικνύουν παρακμή.

Οση ζημία κι αν προκαλέσει αυτή η κυβέρνηση σε διάφορους τομείς της πολιτικής είναι ανατάξιμη. Η ζημία όμως στο πεδίο της εθνικής Παιδείας είναι πλήρως καταστροφική, διότι διαλύει το DNA του έθνους. Συνθλίβει τον σκληρό πυρήνα της πολιτιστικής μας ταυτότητας. Σκοτώνει τον σπόρο που είναι η νέα γενιά. Εκφυλίζοντας τον αξιακό μας κώδικα, δεν κλονίζει απλά την ελπίδα ανάκαμψης της οικονομίας, αλλά υπονομεύει την ίδια την ύπαρξη της Ελλάδας στον κόσμο του μέλλοντος.

Γι’ αυτό η μάχη στον χώρο της Παιδείας είναι «η μάχη των μαχών» που καλείται να δώσει η γενιά μας ως χρέος της στους νεκρούς και τους αγέννητους Ελληνες. Αυτή θα προσδιορίσει το στίγμα του «νέου πατριωτισμού», επιβεβαιώνοντας ότι «όλα είναι θέμα Παιδείας».

* Ο δρ Ευριπίδης Στ. Στυλιανίδης είναι επισκέπτης καθηγητής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρ. υπουργός και τ. βουλευτής Ροδόπης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή