Τα εμπόδια της ανανέωσης

2' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι δύσκολο πράγμα η ανανέωση της πολιτικής ζωής. Και αυτό διότι συνήθως αποτυγχάνει. Για παράδειγμα η (από τα κάτω) συντριπτική ανανέωση του Κοινοβουλίου, που έγινε το 2015, μας έδωσε το χειρότερο σώμα της Μεταπολίτευσης. Τόσοι αγράμματοι και χυδαίοι τσαμπουκάδες δεν υπήρξαν ποτέ τα τελευταία σαράντα χρόνια. Αλλά ακόμη και όταν τα αποτελέσματα –όπως συμβαίνει συνήθως– είναι μεικτά, όλοι θυμούνται την επιλογή Δρούτσα και ελάχιστοι την επιλογή Ραγκούση. Αφήστε δε που όλοι οι νιόφερτοι θα μπουν, από τους παλιούς, στον σωρό των «κηπουρών».

Η ανανέωση όμως πάλι είναι αναγκαία για ένα κόμμα, για την πολιτική ζωή, για το Κοινοβούλιο. Δεν είναι μόνο ότι εκλείπουν οι παλιοί, αλλά διότι σε εποχές ταχύτατων αλλαγών «χρειάζεται κατά μέσον όρο 20 χρόνια για ένα ριζοσπάστη να καταντήσει αντιδραστικός, χωρίς να αλλάξει ούτε μία ιδέα». Συνεπώς το στοίχημα είναι διαρκώς ανοιχτό, αλλά το ερώτημα παραμένει σε ό,τι αφορά τη διαδικασία.

Παραδοσιακώς τα κόμματα ανανεώνονται διά της κομματικής επετηρίδας. Αναδεικνύουν στελέχη που έχουν διακριθεί στις αφισοκολλήσεις και προπαντός στην υποταγή τους σε κάποιον προύχοντα. Αυτό βέβαια δεν εξασφαλίζει την πραγματική ανανέωση, διότι η υποταγή έχει ως αποτέλεσμα την ανακύκλωση φθαρμένων ιδεών και πρακτικών. Κανείς σοβαρός δεν ξεροσταλιάζει σε κομματικούς διαδρόμους για να πάρει κάποιο χρίσμα. «Δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε τη θέση σε έναν άνθρωπο που θέλει την προεδρία τόσο πολύ, ώστε να ξοδέψει δύο χρόνια οργανώνοντας την προεκλογική του εκστρατεία», είχε γράψει ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ντέιβιντ Μπρόντερ. Πόσο δε μάλλον εάν η θέση είναι υποψήφιου βουλευτή.

H «ανανέωση των στελεχών με διαφάνεια και αξιοκρατικές διαδικασίες, ρίχνοντας στη μάχη 50 νέα πρόσωπα που πέρασαν τις “σκληρές εξετάσεις” του μητρώου» («Καθημερινή», 3.7.2017) που επιχειρεί ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, μπορεί να είναι η απάντηση. Στο κάτω κάτω της γραφής, όταν ένα κόμμα απαιτεί την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, δεν μπορεί να αρνείται την αξιολόγηση των στελεχών του. Μπορεί η διαδικασία να είναι αυστηρή, αλλά δεν σημαίνει ότι είναι και άτρωτη σε (μικροπολιτικούς) κινδύνους. Κατ’ αρχάς υπάρχει ο κίνδυνος των ρεμπεσκέδων με κομματικά ένσημα, που θα την απαξιώσουν με το επιχείρημα «τι είναι αυτά, ρε; Εμείς το χτίσαμε το μαγαζί! Φρουλπ…»· όπου φρουλπ είναι ο ήχος που κάνει το καλαμάκι του φραπέ. Κατά δεύτερον, όσο κι αν –σύμφωνα με το ρεπορτάζ– γίνεται «λεπτομερής και εξαντλητική δουλειά “μυρμηγκιού” απ’ όλους τους εμπλεκομένους», κάτι θα ξεφύγει. Ακόμη κι ένας από τους πενήντα να αποτύχει, αυτός θα γίνει σημαία αποτυχίας όλου του συστήματος· από τους αποτυχημένους του προηγούμενου συστήματος, φυσικά…

Η ανανέωση είναι σαν τις μεταρρυθμίσεις: όλοι ομνύουν σε αυτές, αλλά «όχι τώρα κι όχι έτσι». Αλλά το στοίχημα πλέον είναι της Νέας Δημοκρατίας και ουχί του κ. Μητσοτάκη. Είναι γνωστό ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών τρέφει μεγάλη δυσπιστία στην παλαιοκομματική Ν.Δ. Από τον χώρο και τον χρόνο που θα δώσει ο κομματικός μηχανισμός σε αυτά τα παιδιά για να δοκιμαστούν, μπορούμε να υπολογίσουμε και την ανοχή του συστήματος στις αναγκαίες για τον τόπο μεταρρυθμίσεις. Ιδού το μητρώο στελεχών, ιδού και η αξιολόγηση. Οχι της διαδικασίας, αλλά της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή