Είμαστε όλοι ο Μισέλ και ο Μπρινό;

Είμαστε όλοι ο Μισέλ και ο Μπρινό;

5' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πώς μεταφέρεις στη σκηνή ένα πανόραμα του δυτικού κόσμου σε διάρκεια μισού αιώνα; Από τη δεκαετία του ’60 έως το τέλος του 20ού αιώνα, όταν ο Μισέλ Ουελμπέκ εξέδωσε το μυθιστόρημά του «Τα στοιχειώδη σωματίδια» (1998). Ο Ζιλιέν Γκοσλέν είναι, καθώς φαίνεται, ασκημένος αναγνώστης και απρόβλεπτος σκηνοθέτης. Τα κριτήριά του είναι, κυρίως, βιβλιοφιλικά, προσβλέπει στην καλύτερη δυνατή συνύπαρξη της λογοτεχνίας με το θέατρο. Πέρυσι ο 30χρονος Γκοσλέν παρουσίασε στο Φεστιβάλ Αθηνών το «2666» του Ρομπέρτο Μπολάνιο. Φέτος, έρχεται στην Πειραιώς 260 (στις 29 και 30 Ιουνίου) με μια προγενέστερη παράστασή του «Τα στοιχειώδη σωματίδια», με την οποία όταν εμφανίστηκε στο Φεστιβάλ της Αβινιόν το 2013 έκανε τους κριτικούς να παραληρούν και να μιλούν για «ανακάλυψη».

Τα ξένα δημοσιεύματα είναι, πράγματι, εγκωμιαστικά, ο νεαρός Γκοσλέν, με εμφάνιση επιμελημένα ατημέλητη (ξυρισμένο κρανίο, σκουλαρίκια στο αυτί, φαρδιά παντελόνια), είναι οξυδερκής συνομιλητής, που δεν χάνει τον στόχο του ακόμη και αν οι παραστάσεις του έχουν μεγάλη διάρκεια. Το μυθιστόρημα του Μπολάνιο υπερέβαινε τις 9 ώρες συνολικά, ο Μισέλ Ουελμπέκ αγγίζει τις 3,5 ώρες.

Η προσωπική ματιά του Γκοσλέν στη ζωή και στην τέχνη υπάρχει ήδη και στην ονομασία της θεατρικής ομάδας του: «Si vous pouviez lecher mon coer», που είναι μια φράση από το μνημειώδες ντοκιμαντέρ του Κλοντ Λανζμάν για το Ολοκαύτωμα «Shoah». H πλήρης φράση («Εάν μπορούσατε να γλείψετε την καρδιά μου, θα δηλητηριαζόσαστε») ήχησε «σαιξπηρικά» στον σκηνοθέτη και την υιοθέτησε.

Στα «Στοιχειώδη σωματίδια» ένας ηθοποιός αναλαμβάνει τον ρόλο του προκλητικού, ριζοσπαστικού στις απόψεις και εξαιρετικά δημοφιλούς Μισέλ Ουελμπέκ, με τη χαρακτηριστική εμφάνιση του συγγραφέα: ελαφριά κύρτωση, ένα μακρύ μπουφάν και ένα τσιγάρο που κρατάει με ιδιαίτερο τρόπο στο χέρι. Η εισαγωγή του είναι και η εισαγωγή του βιβλίου «που αφηγείται πάνω απ’ όλα, την ιστορία ενός ανθρώπου που έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στη Δυτική Ευρώπη, στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα» (εκδ. Εστία, μτφρ. Αλέξης Εμμανουήλ). «…Τα άτομα της γενιάς του, συχνά σημαδεμένα από τη φτώχεια και την απογοήτευση, ζούσαν μέσα στη μοναξιά και την πικρία τους. Τα αισθήματα της αγάπης, της τρυφερότητας και της αδελφοσύνης είχαν σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί κι οι σύγχρονοί του, στις αμοιβαίες τους σχέσεις, συχνά συμπεριφέρονταν αδιάφορα, ακόμη και βάναυσα». Η εισαγωγή αναφέρεται μόνο στον Μισέλ Ντζερζίνσκι, μοριακό βιολόγο, υποψήφιο για Νομπέλ. Πρωταγωνιστική θέση έχει και ο ετεροθαλής αδελφός του Μπρινό Κλεμάν, αποτυχημένος και σεξομανής, όσο σεξουαλικά καταπιεσμένος εμφανίζεται ο Μισέλ.

Στη θεατρική μεταφορά, δέκα ηθοποιοί ενσαρκώνουν τα πρόσωπα του μυθιστορήματος, παίζουν, αφηγούνται και σχολιάζουν ταυτόχρονα. Τα σταθερά θέματα του Ουελμπέκ βρίσκονται στον πυρήνα της σκηνοθεσίας: παρακμή των δυτικών κοινωνιών, έλλειψη αγάπης και στοργής (εν προκειμένω η χίπισσα μητέρα έχει εγκαταλείψει τα παιδιά στη γιαγιά), ψυχική αποσάθρωση, άξενα αστικά τοπία. Η μουσική και η χρήση του βίντεο (με μια μεγάλη οθόνη στο βάθος της σκηνής), η απογύμνωση (συμβολική και ρεαλιστική), οι προσδοκίες που σήπονται, η απόγνωση με τις πολλαπλές μεταμφιέσεις της συνθέτουν μια παράσταση στοχαστικά μεταμοντέρνα. «Για μένα είναι προφανές ότι εγώ, δηλαδή όλοι μας είμαστε η σημερινή εκδοχή του Μισέλ και του Μπρινό», υποστηρίζει ο Ζιλιέν Γκοσλέν, ο οποίος απάντησε στις ερωτήσεις μας χωρίς περιστροφές, με την αυτοπεποίθηση του καλλιτέχνη που γνωρίζει «τι και γιατί» καταπιάνεται με ένα έργο.

– Γιατί θελήσατε να μεταφέρετε στη σκηνή ένα μυθιστόρημα τόσο απαιτητικό και ιδιόμορφο όπως τα «Στοιχειώδη σωματίδια» του Μισέλ Ουελμπέκ;

– Διαβάζω τα βιβλία του Ουελμπέκ από την εφηβεία μου. Ισως είναι ο συγγραφέας που κατέχει την πιο σημαντική θέση στη ζωή μου. Από τη στιγμή που άρχισε να με απασχολεί τι θα μπορούσα να παρουσιάσω, σκέφτηκα το εξής: οι σκηνοθέτες, συχνά, δεν ασχολούνται με αυτό που αγαπούν σε βάθος. Επιλέγουν τα κείμενά τους με κριτήριο τις ανησυχίες του κοινού ή επειδή τους ζητούν να σκηνοθετήσουν αυτό ή εκείνο το έργο. Ηθελα να συγκεράσω τα γούστα μου ως αναγνώστη με τη δουλειά μου ως σκηνοθέτη. Να κάνω τις δύο αυτές πλευρές να συνυπάρξουν. Γι’ αυτό και αναζήτησα το βιβλίο που με έχει καθορίσει.

– Δέκα ηθοποιοί αφηγούνται τη συναισθηματική, σεξουαλική και υπαρξιακή διαταραχή του δυτικού πολιτισμού. Είναι, παράλληλα, και ένα πολιτικό σχόλιο για τη σημερινή Ευρώπη, που πριν από λίγο καιρό γιόρτασε τα 60 χρόνια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μια πιθανή «απάντηση» στο ερώτημα «τι σημαίνει να είναι κανείς Ευρωπαίος σήμερα»;

– Δεν αναζητώ καθόλου μέσα από τις παραστάσεις μου να αναβιώσω εμπειρίες κοινωνικές ή να βρω, να προτείνω δυνατότητες συνύπαρξης. Αναζητώ περισσότερο τρόπους να κάνω το κοινό να αισθανθεί την ατμόσφαιρα, το πνεύμα της εποχής. Για τον Ουελμπέκ, αυτή η ατμόσφαιρα είναι αρκετά πραγματική, με αρκετή θλίψη και απόγνωση. Αναμφίβολα πολύ κοντά στη δική μου αντίληψη της πραγματικότητας. Νομίζω ότι ο Ουελμπέκ επισημαίνει πως στην καρδιά της Ευρώπης, του δυτικού κόσμου, ο φιλελευθερισμός και ο ατομικισμός σάρωσαν σταδιακά τη συλλογική εμπειρία, αύξησαν την οικονομική εξαθλίωση και βύθισαν τους ανθρώπους σε μια εμμονική διεκδίκηση της σεξουαλικότητας. Αρα, ναι, μπορούμε να αμφιβάλλουμε έντονα γι’ αυτό που είναι και κομίζει σήμερα η φιλελεύθερη Ευρώπη.

– Ευτυχία: μια λέξη με διαφορετική σημασία στον χρόνο. Αλλο νόημα είχε τη δεκαετία του ’60 ή του ’70 και άλλο σήμερα. Ή μήπως όχι; 

– Και ναι και όχι. Αυτό που λέει ο Ουελμπέκ είναι ότι η ευτυχία των δεκαετιών ’60 και ’70 δεν είναι τίποτε άλλο στην πραγματικότητα παρά η ανακάλυψη της προσωπικής ευχαρίστησης – ικανοποίησης μέσα από συλλογικές εμπειρίες κάπως τεχνητές, κατασκευασμένες. Εάν συνεχίσουμε σε αυτό το μοτίβο, δεν θα έχουμε εξελιχθεί.

– «Αυτή η παράσταση είναι αφιερωμένη στον άνθρωπο», λέει μία ηθοποιός στο τέλος της παράστασης. Φράση που, κάπως παραλλαγμένη, είναι και η τελευταία του βιβλίου. Σαρκασμός ή έκκληση σε ανθρωπιστικά αισθήματα;

– Ειρωνεία, όχι σαρκασμός. Ο Ουελμπέκ έχει ελάχιστη πίστη στην ανθρωπότητα. Είναι αυτό το υπόλειμμα ελπίδας που προκαλεί αναστάτωση και ανατροπές. Λοιπόν, ναι, είναι ειρωνεία. Και έκκληση για τους δεσμούς που μας συνδέουν.

– Η χρήση του βίντεο είναι όλο και πιο συχνή στο σύγχρονο θέατρο. Εσείς, προσωπικά, δείχνετε μεγάλη προτίμηση σε αυτό. Είναι στοιχείο απαραίτητο για τη μεταφορά του μυθιστορήματος στη σκηνή; 

– Καθόλου απαραίτητο θα έλεγα. Αλλά αναγκαίο για τις αισθητικές αναζητήσεις μου. Δεν χρησιμοποιώ το βίντεο ως δεκανίκι για να υποκαταστήσω το σκηνικό αλλά επικουρικά στην αισθητική, στην αφήγηση. Μόνο με τους όρους αυτούς πιστεύω ότι το βίντεο γίνεται συναρπαστικό στη θεατρική σκηνή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή