Η κ. Μέι και οι άλλοι

2' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​ο αποτέλεσμα των εκλογών στη Βρετανία –αρνητικό ως προς τις προσδοκίες της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι– αναπτέρωσε το ηθικό των πάσης φύσεως ευρωφίλων, που αυθαιρέτως αποφάνθηκαν ότι η ετυμηγορία των πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου σήμαινε και απόρριψη της διαπραγματευτικής τακτικής που είχε επιλεγεί από την ηγέτιδα των Συντηρητικών.

Αλλά εις πείσμα όμως των θριαμβολογούντων, οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν αύριο, στη βάση που είχε προσδιορίσει από καιρού η κ. Μέι, δίχως καμία αλλαγή. Δεν ήταν δυνατόν να γίνει, άλλωστε, και αλλιώς. Από τα πρώτα εμπορικά παζάρια της Ανατολής έως τα Ανακτοβούλια της Ευρώπης και επί κοινοβουλευτισμού στις μέρες μας, οι διαπραγματευτικές αφετηρίες είναι εξ ορισμού μαξιμαλιστικές. Αυτή η απλή αρχή, που καθορίζει διαχρονικώς τις πάσης φύσεως δοσοληψίες των ανθρώπων, διέφυγε την προσοχή των εμβριθών αναλυτών.

Κυρίως, όμως, το θέμα του Brexit –«σκληρό» ή «ήπιο», αδιάφορο– περίπου αγνοήθηκε, και ο ηγέτης των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, απέφυγε να αναφερθεί σε αυτό, στη διάρκεια μιας προεκλογικής εκστρατείας που έθιξε σωρεία άλλων ζητημάτων, όπως και το κυνήγι της αλεπούς. Αντιθέτως, το εξόχως «φιλοευρωπαϊκό» Κόμμα των Φιλελευθέρων Δημοκρατών απώλεσε μισή εκατοστιαία μονάδα, ενώ ο πρώην ηγέτης του Νικ Κλεγκ δεν εξελέγη καν βουλευτής.

Από άποψη πολιτική, η πλέον εντυπωσιακή εξέλιξη υπήρξε η νίκη των Εργατικών και του ηγέτη τους, Τζέρεμι Κόρμπιν. Αναιρώντας μια δραματική στροφή προς το Κέντρο, που εγκαινίασε το 1987 ο Νιλ Κίνοκ, ο κ. Κόρμπιν επανέφερε το Εργατικό Κόμμα στη εποχή των πλέον ακραίων ταξικών τοποθετήσεων. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να έχει προκαλέσει ανησυχία στους φιλελεύθερους και συντηρητικούς Ευρωπαίους πολιτικούς.

Iσως διότι η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, που επισφραγίσθηκε με τη απόφαση του Εurogroup της περασμένης Πέμπτης, τους έπεισε πως η Αριστερά –ακόμη και στην πλέον ριζοσπαστική εκδοχή της– είναι διαχειρίσιμη εν συγκρίσει με τις αποχρώσεις της παραδοσιακής Δεξιάς. Η μόνη εθνικιστική πολιτική που γίνεται πλέον αποδεκτή είναι αυτή της Γερμανίας, διότι επιβάλλεται από «ευρωπαϊκό μανδύα». Πρόκειται για το μέγα μεταπολεμικό επίτευγμα του Βερολίνου, αγνώστου διαρκείας προς το παρόν.

Επί της ουσίας, η οξύτατη αντίδραση των ευρωφίλων προς την κ. Μέι οφείλεται στο γεγονός ότι δεν επιχείρησε να παρακάμψει ή να αγνοήσει την ετυμηγορία της πλειοψηφίας των πολιτών της Βρετανίας κατά το δημοψήφισμα του 2016, όπως συνέβη κατ’ επανάληψιν σε άλλες χώρες της Ενώσεως στο παρελθόν.

Αλλά η χώρα που εισήγαγε το αντιπροσωπευτικό σύστημα εδώ και κάποιους αιώνες, η χώρα των παραδόσεων και όχι των ανελαστικών ή διαρκώς αναθεωρούμενων συνταγμάτων, που οι διατάξεις του παραβιάζονται προς χάριν της νέας «ευρωπαϊκής τάξεως», εκεί όπου το Στέμμα και το Κοινοβούλιο –ως εκ της φύσεώς του διχαστικό– συνθέτουν μια ενότητα πολιτικής σταθερότητος, δεν ήταν δυνατόν ποτέ να αποδεχθεί τον αναδυόμενο αυταρχισμό της ηπειρωτικής Ευρώπης.

Στην καταθλιπτική τάση ομοιομορφίας που επιβάλλεται με τη σταδιακή «σοβιετοποίηση» της παλαιάς και νέας Ευρώπης, η Βρετανία, η πλέον εξωστρεφής χώρα εξ ορισμού, προβάλλει μια ιδιόρρυθμη, περίπου ακατανόητη, τάση ανεξαρτησίας. Το ευρωπαϊκό κατεστημένο ενοχλείται βαθύτατα, αλλά επί της ουσίας είναι ό,τι πιο ενδιαφέρον μπορούσε να συμβεί στην παρούσα συγκυρία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή