Αποκαλύψεις στην Πάτμο…

4' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι ιστορίες ερωτικών τριγώνων είναι συνήθως προβλέψιμες και χιλιοειπωμένες. Μερικά μυστικά, κάποιες «πικάντικες» λεπτομέρειες, αρκετό ανθρώπινο πάθος και καλοζυγισμένη τραγικότητα, στις καλές περιπτώσεις. Τι συμβαίνει όμως όταν η ερωτική ιστορία αποτελεί απλώς την αφορμή για κάτι βαθύτερο, πνευματικότερο; Στην «Πόλη της σιωπής», η Αντζελα Ισμαήλου, Ελληνίδα δημιουργός που ζει και εργάζεται εδώ και πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, φτιάχνει μια τέτοια ποιητική ιστορία, τοποθετώντας την (ταιριαστά) στο νησί της Πάτμου. «Η Πάτμος είναι ένα σταυροδρόμι. Μέσα από το πέρασμα των αιώνων έχει ενώσει ανθρώπους, κουλτούρες και πολιτισμούς. Με εμπνέει και ώς ένα βαθμό με καθοδηγεί. Εκεί οι μνήμες σου ταυτίζονται με τα όνειρά σου. Είναι από τα λίγα μέρη που, από τη μία, αγκαλιάζουν τη σιωπή σου και, από την άλλη, σε σπρώχνουν να δημιουργήσεις. Σου νεύει να δείξεις τα όριά σου, να τα προσπεράσεις και να ελευθερωθείς. Σε παρακινεί να συνομιλήσεις με την κτίση και να αισθανθείς το φως. Ηταν το μοναδικό ιδανικό σπίτι για την “Πόλη της σιωπής”. Μας προσέφερε εκείνη την αδιόρατη αύρα που κάνει το άπειρο χειροπιαστό και τα αισθήματα στις ζωές των ηρώων να μοιάζουν με ιερογλυφικά», μας λέει χαρακτηριστικά η ίδια.

Στην ταινία της, όπου μάλιστα πρωταγωνιστεί, η Δάφνη, πρώην κλασική τραγουδίστρια, ζει αποσυρμένη από τον κόσμο στο νησί της Αποκάλυψης. Η ηρεμία, ωστόσο, θα ταραχθεί, καθώς εκεί φθάνουν, καθένας για τους λόγους του, ένας προτεστάντης ιερέας κι ένας τραυματισμένος ταυρομάχος. Οι δυο τους θα προσεγγίσουν με διαφορετικό τρόπο την πληγωμένη γυναίκα, επιτείνοντας έτσι τον εσωτερικό «βρασμό» της ιστορίας. Η κ. Ισμαήλου το θέτει ως εξής: «Κανείς από τους ήρωες δεν σκέφτεται να αποδράσει. Φέρουν τη συναίσθηση της συλλογικής και της προσωπικής τους φθοράς και μας αποκαλύπτουν αργά φόβους και δισταγμούς, ηθικά διλήμματα μακριά από μια κοινωνία δυσλειτουργική. Η δική τους κοινωνία ως ανώτερη μορφή συνύπαρξης ίσως επιτύχει. Η Πάτμος είναι η τελευταία τους ευκαιρία. Ενα νησί ολόκληρο σαν μοναστήρι, όπου όλοι τους είναι αυτοεξόριστοι και προκαλούν τη μοίρα τους. Νοσταλγούν τον παράδεισό τους, ενώ ξέρουν ότι τον έχουν χάσει, μα παλεύουν για τη λύτρωση και την αλήθειά τους. Ο χρόνος κυλάει αλλά μετράει και αντίστροφα. Οι καμπάνες ηχούν αλλά και τους προτρέπουν όλους να βιαστούν. Στο τέλος, θα παραδώσει ο ένας τη σιωπή του στον άλλο».

Η τάση αυτή προς το υπερβατικό και το ακαθόριστο διαπερνά όλο το φιλμ· οι πρωταγωνιστές παραθέτουν ποίηση, φιλοσοφούν κι ακόμη έρχονται εύκολα κοντά, ενώ ταυτόχρονα μένουν κλεισμένοι στον εαυτό τους. Το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν ίσως κατώτερο χωρίς τη συνδρομή σπουδαίων ηθοποιών, όπως ο Μπέρναρντ Χιλ, η Σάρα Μάιλς, η Ρούλα Πατεράκη, ο Γιάννης Βόγλης: «Αρχικά δέχθηκαν [οι ξένοι ηθοποιοί] γιατί γοητεύθηκαν από το σενάριο. Τους εντυπωσίασε ο συμβολισμός των ρόλων, η ιστορία και η καλλιτεχνική στόχευση της ταινίας.

Στην πορεία αγάπησαν την ταινία και τις συζητήσεις μας πάνω στη ζωή και τον θάνατο. Αγάπησαν την Πάτμο και την αύρα της πριν καν πατήσουν το χώμα της. Δεν ήρθαν, έπαιξαν τις σκηνές τους και έφυγαν. Εβαλαν στους ρόλους τους στοιχεία από τον πολιτισμό μας, την κουλτούρα μας. Ρώτησαν, διάβασαν, ενημερώθηκαν, έμαθαν. Μαζί με την υποκριτική τους δεξιότητα εμπλούτισαν τις ερμηνείες τους με την ψυχική τους κατάθεση. Πολύ συγκινητικοί ήταν και οι Ελληνες ηθοποιοί. Η Ρούλα Πατεράκη, ο Δημήτρης Λιγνάδης και φυσικά ο Γιάννης Βόγλης, ο οποίος ήταν ένα σχολείο από μόνος του. Τελειομανής, δοτικός και ακούραστος, στον τελευταίο δυστυχώς κινηματογραφικό ρόλο του, με ψυχή αληθινού καλλιτέχνη».

Το βαρομετρο της εβδομαδας

Μια ταινία μέσα στην ταινία γυρίζεται στο «Η καλύτερη στιγμή τους», ένα φιλμ ιστορικό και από την άλλη καθαρά αυτοαναφορικό για την κινηματογραφική τέχνη. Στην αυγή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μια επίδοξη σεναριογράφος (Τζέμα Αρτερτον) προσλαμβάνεται σε μια κρατική κινηματογραφική ομάδα, η οποία έχει σκοπό τη δημιουργία ταινιών που θα ανυψώσουν το ηθικό των Βρετανών. Ατμόσφαιρα εποχής, σφιχτοδεμένο σενάριο αλλά και μπόλικο χιούμορ είναι τα όπλα αυτής της προσεγμένης παραγωγής, σε σκηνοθεσία της γνωστής από το «Μια κάποια εκπαίδευση» Λόνε Σέρφιγκ.

Στο αλληγορικά σουρεαλιστικό «Colossal», η Αν Χάθαγουεϊ υποδύεται την Γκλόρια, μια νεαρή γυναίκα σε τέλμα, η οποία γυρνάει στη μικρή πόλη των παιδικών της χρόνων προκειμένου να κάνει μια νέα αρχή. Ταυτόχρονα στην άλλη άκρη του κόσμου, στη Σεούλ, ένα πελώριο τέρας τρομοκρατεί τους κατοίκους. Με έκπληξη η Γκλόρια θα διαπιστώσει πως οι κινήσεις του τέρατος είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις δικές της… διαθέσεις. Παρόλο που το κωμικό στοιχείο θα μπορούσε να είναι πιο έντονο, το φιλμ του Νάτσο Βιγκαλόντο είναι σίγουρα ευρηματικό· χρησιμοποιεί δε το συμβολιστικό του όχημα για να ακουμπήσει (έστω επιφανειακά) μια σειρά ζητημάτων του σύγχρονου ανθρώπου.

Στη «Μυστική γραφή» ο Τζιμ Σέρινταν («Εις το όνομα του πατρός») μεταφέρει το ομώνυμο μυθιστόρημα του Σεμπάστιαν Μπάρι, με δύο εκλεκτές ηθοποιούς να ερμηνεύουν τον ίδιο ρόλο σε διαφορετικές εποχές. Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, ως τρόφιμος ψυχιατρείου για πάνω από 50 χρόνια, αφηγείται τα γεγονότα της νεότητάς της (εκεί εμφανίζεται η Ρούνι Μάρα) που την οδήγησαν εκεί. Το αποτέλεσμα, αν και τεχνικά άρτιο, στερείται κάπως δραματικού βάθους και αδικείται από το πρόχειρο φινάλε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή