Αυτάρεσκες ερμηνείες από τον Θ. Κουρεντζή

Αυτάρεσκες ερμηνείες από τον Θ. Κουρεντζή

1' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θεατρικότητα, σκηνοθεσία και επιτήδευση ήσαν τα βασικά χαρακτηριστικά της συναυλίας που πραγματοποίησε το σύνολο Musica Aeterna υπό τον Θόδωρο Κουρεντζή στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής στις 27 Ιουνίου. Το συμπέρασμα αυτό δεν προκύπτει από τη σκηνοθεσία του ίδιου του γεγονότος, τις χορευτικές κινήσεις του αρχιμουσικού, τον υποβλητικό φωτισμό της «Στυγός» του Καντσέλι και το εφέ του σβησίματος των φώτων(!) στο τέταρτο μέρος της «Παθητικής» του Τσαϊκόφσκι. Ολα αυτά, άλλωστε, έχουν ελάχιστη σχέση με τη μουσική και αποτείνονται σε ένα κοινό μη εξοικειωμένο, που χρειάζεται εξωμουσικά ερεθίσματα για να διατηρήσει το ενδιαφέρον του ώς το τέλος της βραδιάς.

Το αρχικό συμπέρασμα προκύπτει από τις καθαρά μουσικές επιλογές του Κουρεντζή. Ασφαλώς ο Τσαϊκόφσκι και ιδιαίτερα η «Παθητική» Συμφωνία διακρίνονται από έντονα στοιχεία θεατρικότητας, από υπερβολή, από συναισθηματική ακρότητα. Ασφαλώς και η «Στυξ» είναι έργο ατμοσφαιρικό. Ομως, ακριβώς γι' αυτό ο περαιτέρω υπέρμετρος τονισμός των στοιχείων αυτών δεν βοηθά την απελευθέρωση της συναισθηματικής φόρτισης.

Ακραίες αντιθέσεις

Αντιθέτως, επηρεάζει την ούτως ή άλλως ευαίσθητη συναισθηματική ισορροπία τους, κάνοντας την πλάστιγγα να γέρνει προς την πλευρά ενός πολύ αμφίβολου και σήμερα σαφώς ξεπερασμένου γούστου. Και στις δύο συνθέσεις ο Κουρεντζής, που όπως οι περισσότεροι νεότεροι αρχιμουσικοί γνωρίζει καλά τη δουλειά του και ελέγχει άριστα την ορχήστρα, επέλεξε να κινηθεί μέσα από ακραίες αντιθέσεις σε όλα τα επίπεδα, από τον ψίθυρο ώς τις εκκωφαντικές εκρήξεις, από τις μέχρι λιγώματος αργές ταχύτητες ώς τις νευρικά ζωηρές. Υπήρχε περισσή σπουδή σε θέματα όπως η ποιότητα του ήχου, η ακρίβεια ή οι θυελλώδεις κλιμακώσεις και αποφορτίσεις. Ομως ακόμα και οι εκρήξεις στον Τσαϊκόφσκι προέκυπταν εντυπωσιακά μεν, δίχως βάσανο δε, με αποτέλεσμα να προκαλούν θαυμασμό για τις ικανότητες του αρχιμουσικού και τις φανερές αρετές της ορχήστρας, παρά συγκίνηση. Τί αντίθεση στ' αλήθεια με τη χαμηλόφωνη, μετρημένη εξομολογητική συνεισφορά του Γιούρι Μπασμέτ, σολίστα στο έργο του Καντσέλι!

Την επομένη, στην Πειραιώς, ο Κουρεντζής διηύθυνε με ανάλογη αυταρέσκεια και την ίδια πληθώρα από αυθαίρετα εφέ την όπερα «Διδώ και Αινείας» του Πέρσελ. Συνολικά, οι τραγουδιστές ήσαν αξιοπρεπείς. Ως Διδώ η Σιμόνε Κέρμες υπήρξε συγκλονιστική, καθώς με τη μοναδικά εύπλαστη φωνή και τον απίστευτο έλεγχο της αναπνοής της, μας χάρισε μία από τις πιο εκφραστικές και ολοκληρωμένες ερμηνείες της φετινής χρονιάς. Για το πρώτο μέρος της βραδιάς ο Κουρεντζής επέλεξε το αναχρονιστικό «Λακρυμόζα» του Κουρλιάνσκι, το ανάλογης αισθητικής αλλά τουλάχιστον πρωτότυπο «Pranam I» του Σέλσι και τον συγκινητικό «Ψαλμό» του Πάιρτ.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή