Πώς το Μέγαρο Αλμυράντη έγινε γεφύρι της Αρτας

Πώς το Μέγαρο Αλμυράντη έγινε γεφύρι της Αρτας

4' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το Μέγαρο Αλμυράντη, που στέκει ταλαιπωρημένο στη γωνία Κολοκοτρώνη και Βουλής 2, την περασμένη εβδομάδα είχε την τιμητική του. Πρωταγωνίστησε σε δύο τελείως διαφορετικά θέματα της επικαιρότητας. Ηταν ένα από τα εγκαταλελειμμένα διατηρητέα κτίρια που καταρρέουν αλλά και φωτεινό παράδειγμα μιας ακόμη ιστορίας τουριστικής ανάπτυξης: Ιστοσελίδες αναπαρήγαγαν την είδηση πως μέχρι το 2021 θα γίνει εκεί ξενοδοχείο. Η «Κ» ερεύνησε και ξετυλίγει την ιστορία του κτιρίου: Τις προσπάθειες των ιδιοκτητών για αποκατάστασή του, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, τις χαμένες ευκαιρίες αλλά και τα μελλοντικά σχέδια.

Το ακίνητο αυτό χτίστηκε το 1900. Οσο λειτουργούσε η Παλαιά Βουλή ήταν το εντευκτήριο των πολιτικών, αργότερα μικρό ξενοδοχείο και στη συνέχεια φιλοξενούσε καταστήματα και γραφεία. Πριν περίπου από ενενήντα χρόνια, το κληροδότησε η οικογένεια Αλμυράντη στο Χατζηκυριάκειο Ιδρυμα – ένα ορφανοτροφείο για κορίτσια που είχε εγκαινιάσει ο Χατζηκυριακός, καπνέμπορος από τη Σμύρνη. Με τα ενοίκια από το μέγαρο (αλλά και την υπόλοιπη ακίνητη περιουσία) το Ιδρυμα ήταν θεωρητικά θωρακισμένο οικονομικά.

Στα τέλη του ’90, όμως, ο τελευταίος ενοικιαστής του, ο υαλοπώλης του «Ermitage», εξαφανίστηκε αφήνοντας πίσω ένα μεγάλο μέρος του εμπορεύματός του. Το Ιδρυμα (βάσει νόμου) είχε υποχρέωση να περιμένει χρόνια μέχρι να το αδειάσει. Στη συνέχεια έπρεπε με δικό του κόστος να αποθηκεύσει κάπου όλα τα υαλικά. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας απίστευτης περιπέτειας: Για δεκαπέντε χρόνια διεκδικούσαν στα δικαστήρια 60.000 ευρώ από ενοίκια (τα οποία βέβαια ουδέποτε εισέπραξαν). Εν τω μεταξύ, μη βρίσκοντας κάποιο φερέγγυο ενοικιαστή το κτίριο έμενε άδειο. Οταν, όμως, με το μνημόνιο ξεκίνησαν να φορολογούνται τα ακίνητα, θορυβήθηκαν και άρχισαν να ψάχνουν κάποιον ενεργά.

Ηξεραν πως δεν θα ήταν εύκολο – με κόπο είχαν νοικιάσει το νεοκλασικό στη γωνία Σταδίου και Κοραή (το άλλοτε φημισμένο ξενοδοχείο Grand Hôtel d’ Athène) στη Zara. Ομως, καθυστερήσεις στην αδειοδότηση, στο Αρχαιολογικό Συμβούλιο και μία προσφυγή στο ΣτΕ (για να μην αλλάξει εσωτερικά η διαμόρφωση), παραλίγο να ακυρώσουν τη συμφωνία. Η ισπανική επιχείρηση αναγκάστηκε να βγάλει εκ νέου άδειες, με τους επικεφαλής στην Αθήνα αλλά και στην ισπανική πρεσβεία να προσπαθούν να εξηγήσουν στη μητρική εταιρεία τα έξι χρόνια καθυστέρησης του έργου.

Γι’ αυτό και στο Δ.Σ. του Ιδρύματος, όποτε βρισκόταν υποψήφιος ενοικιαστής για το μέγαρο ήταν συγκρατημένοι. Και δικαίως: τρεις διαφορετικές εταιρείες ξεκίνησαν εργασίες, αλλά έπειτα από λίγο τα παράτησαν μπροστά στα γραφειοκρατικά εμπόδια και στους περιορισμούς που έβαζε το κράτος στον βωμό της προστασίας του διατηρητέου κτιρίου. Το 2010 αναθάρρησαν. Η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου είχε προτείνει στον τότε πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου την ανακαίνιση του κτιρίου. Η ιδέα ήταν το Μέγαρο Μαξίμου να χρησιμοποιείται για εθιμοτυπικές λειτουργίες και το πρωθυπουργικό γραφείο να μετεγκατασταθεί σε τρία κτίρια στη Βουλής – ένα από αυτά και το δικό τους. Εγιναν διάφορες μελέτες αλλά έμειναν στα χαρτιά.

Δύο χρόνια μετά, έλαβαν ένα ακόμη αισιόδοξο τηλεφώνημα. Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ενδιαφερόταν να δει το κτίριο. Πράγματι, ο τότε πρόεδρος του Ιδρύματος κ. Στρουμπούλης, τον υποδέχθηκε στην είσοδο. Μέσα ήταν ρημαγμένο, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος δεν έμοιαζε να πτοείται. Οραματιζόταν να γίνει εκεί ένα νέο συνοδικό μέγαρο. Ο κ. Στρουμπούλης ένιωσε την υποχρέωση να τον προειδοποιήσει για το υψηλό κόστος της ανακαίνισης αλλά και τα διάφορα εμπόδια που είχαν συναντήσει. «Μην ανησυχείτε, έχουμε εμπειρία σε τέτοια θέματα», τον είχε καθησυχάσει υπάλληλος της Αρχιεπισκοπής που τους συνόδευσε. Ούτε αυτό, όμως, προχώρησε και τα επόμενα χρόνια τα μόνα τηλεφωνήματα που λάμβαναν ήταν για προβλήματα που προέκυπταν – κάποια στιγμή έσπασαν κάποια κεραμίδια, μπήκαν νερά με αποτέλεσμα να σαπίσει ένα ζευκτό και πέφτοντας να παρασύρει έναν όροφο. Μίλησαν τότε με τους αρμόδιους φορείς, αλλά χρειαζόταν απίστευτη γραφειοκρατική διαδικασία –και οικοδομική άδεια– για να γίνει οποιαδήποτε απλή επισκευή. Eνα πρωί ο κ. Στρουμπούλης πήρε τα κλειδιά, μια σκάλα και υλικά και μόνος του μπάλωσε την τρύπα και περιόρισε τη ζημιά. Το ακίνητο τα τελευταία χρόνια κατέρρεε πίσω από σκαλωσιές, οι οποίες στοίχιζαν μαζί με τον φόρο ακίνητης περιουσίας 14.000 ευρώ τον χρόνο. «Είχαμε ένα αστείο», θυμάται ο κ. Στρουμπούλης. «Αντί να προστατεύουμε τα παιδιά, προστατεύαμε την αρχιτεκτονική κληρονομιά».

Στις 14 Δεκεμβρίου του 2016 έγινε ξανά διαγωνισμός και εκεί παρουσιάστηκε μια επιχείρηση μαζικής εστίασης. Eναν μήνα αργότερα μίσθωσε το ακίνητο για 25 χρόνια και ανέλαβε την υποχρέωση να το ανακαινίσει (με κόστος 2,4 εκατ. ευρώ). Δύο χρόνια μετά, όμως, και παρότι ήδη πληρώνουν ενοίκια δεν έχει ξεκινήσει απολύτως καμία εργασία.

Το ξενοδοχείο

Η «Κ» επικοινώνησε με τον ανάδοχο και ο Γιάννης Παπαγιαννόπουλος, ένας εκ των μετόχων, μίλησε για το έργο το οποίο εάν και αργά, προχωράει. Εχοντας τρέξει σε όλες τις υπηρεσίες και έχοντας συλλέξει αμέτρητες προεγκρίσεις περιμένουν (από πέρυσι το καλοκαίρι) την οικοδομική άδεια. Θεωρεί πως είναι θέμα χρόνου να τη λάβουν και τότε θα μπει στο κτίριο το πρώτο συνεργείο. Ξέρει καλά τις δυσκολίες – κάποιες τις έχει ήδη βιώσει σε ένα δυσκίνητο Δημόσιο. Η ομάδα του, όμως, είναι αποφασισμένη να ολοκληρώσει το έργο. Ενα ξενοδοχείο με δώδεκα δωμάτια και ένα εστιατόριο. Ενα από τα πιθανά ονόματα αυτού; «Ermitage». Οχι από τον υαλοπώλη που βάρεσε «κανόνι» το ’90, αλλά από το ξενοδοχείο που είχε λειτουργήσει στο κτίριο τη δεκαετία του ’20.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή